Inserieren στα ελληνικά

Μετάφραση: inserieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαφημίζω, σπρώχνω, προωθώ, σπρώξιμο, προάγω, διαφημιστείτε, διαφημίζουν, διαφημίσετε, διαφημίσουν, διαφημίσει
Inserieren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anbelangt στα ελληνικά - όπως και για, Όσον αφορά, και για, Όσο για, Όσον αφορά την
  • angedroht στα ελληνικά - απειλούμενων, απειλούμενα, απειλούνται, επαπειλούμενη, που απειλούνται
  • auffüllend στα ελληνικά - συμπλήρωση, συμπληρωματικής κάλυψης, τη συμπλήρωση, συμπληρωματική κάλυψη, συμπληρωματικής προσφυγής
  • ausgekleidet στα ελληνικά - επένδυση, επενδεδυμένα, με επένδυση, παραταχθεί, επένδυση από
Τυχαίες λέξεις
Inserieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαφημίζω, σπρώχνω, προωθώ, σπρώξιμο, προάγω, διαφημιστείτε, διαφημίζουν, διαφημίσετε, διαφημίσουν, διαφημίσει