Kessel στα ελληνικά
Μετάφραση: kessel, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγγείο, καζάνι, σκάφος, πλοίο, καυστήρας, σκεύος, λέβητας, λέβητα, του λέβητα, boiler, μπόιλερ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- achte στα ελληνικά - όγδοος, όγδοο, όγδοη, όγδοου, όγδοης
- ausflüchte στα ελληνικά - δικαιολογίες, δικαιολογία, δικαιολογίες για, τις δικαιολογίες, δικαιολογιών
- begründet στα ελληνικά - δικαιολογείται, δικαιολογημένη, δικαιολογημένες, αιτιολογημένες, δικαιολογημένο
- darstellungen στα ελληνικά - παραστάσεις, αναπαραστάσεις, αντιπροσωπείες, διαβήματα, αντιπροσωπειών
Τυχαίες λέξεις
Kessel στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγγείο, καζάνι, σκάφος, πλοίο, καυστήρας, σκεύος, λέβητας, λέβητα, του λέβητα, boiler, μπόιλερ
Μεταφράσεις: αγγείο, καζάνι, σκάφος, πλοίο, καυστήρας, σκεύος, λέβητας, λέβητα, του λέβητα, boiler, μπόιλερ