Αγγείο στα γερμανικά
Μετάφραση: αγγείο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
luftschiff, fahrzeug, kessel, schiff, wasserfahrzeug, gefäß, Vase, Vasen, Topf
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγγείο
αγγείο των θεριστών, αγγείο ονειροκρίτης, αγγείο των πολεμιστών, αγγείο γεωμετρικής εποχής, αγγείο προνόμου, αγγείο λεξικό γλώσσας γερμανικά, αγγείο στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αγγίζω στα γερμανικά - klavier, berührung, beeinflussen, schwimmen, berühren, Berührung, zu berühren, ...
- αγγαρεία στα γερμανικά - zerreiben, arbeit, fron, schinderei, schufterei, fronarbeit, hausarbeit, ...
- αγγειακός στα γερμανικά - vaskulär, Gefäß, vaskulären, vaskuläre, Gefäss
- αγγειοπλάστης στα γερμανικά - töpfer, Töpfer, potter, Töpfers
Τυχαίες λέξεις
Αγγείο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: luftschiff, fahrzeug, kessel, schiff, wasserfahrzeug, gefäß, Vase, Vasen, Topf
Μεταφράσεις: luftschiff, fahrzeug, kessel, schiff, wasserfahrzeug, gefäß, Vase, Vasen, Topf