Klären στα ελληνικά
Μετάφραση: klären, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελευθερώνω, διαυγής, έκδηλος, εναργής, διευκρινίσει, αποσαφηνίσει, αποσαφήνιση, να διευκρινίσει, διευκρινιστεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abkurzungen στα ελληνικά - Συντομογραφίες, Συντμήσεις, Επεξήγηση των συντομογραφιών, Οι συντομογραφίες, Οι συντμήσεις
- autoritär στα ελληνικά - απολυταρχικός, αυταρχική, αυταρχικό, αυταρχικά, αυταρχικών
- decken στα ελληνικά - κεραμίδι, καλύπτω, πλακάκι, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, ...
Τυχαίες λέξεις
Klären στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελευθερώνω, διαυγής, έκδηλος, εναργής, διευκρινίσει, αποσαφηνίσει, αποσαφήνιση, να διευκρινίσει, διευκρινιστεί
Μεταφράσεις: ελευθερώνω, διαυγής, έκδηλος, εναργής, διευκρινίσει, αποσαφηνίσει, αποσαφήνιση, να διευκρινίσει, διευκρινιστεί