Komprimierung στα ελληνικά

Μετάφραση: komprimierung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπίεση, συμπίεσης, με συμπίεση, Η συμπίεση, Compression
Komprimierung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • absperrungen στα ελληνικά - εμπόδια, φραγμούς, Φραγμοί, Τα εμπόδια, Εμποδίων
  • asbest στα ελληνικά - αμίαντος, αμίαντο, αμιάντου, τον αμίαντο, αμίαντου
  • aufgezählt στα ελληνικά - απαριθμούνται, που απαριθμούνται, απαριθμήθηκαν, που απαριθμήθηκαν, απαριθμεί
  • benötige στα ελληνικά - χρειάζομαι, απαιτώ, ανάγκη, έλλειψη, θέλω, Χρειάζεστε, Αναγκαιότητα, ...
Τυχαίες λέξεις
Komprimierung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπίεση, συμπίεσης, με συμπίεση, Η συμπίεση, Compression