Konsistenz στα ελληνικά

Μετάφραση: konsistenz, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σώμα, συνοχή, συνέπεια, συνέπειας, τη συνοχή, η συνοχή
Konsistenz στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abordnungen στα ελληνικά - αποσπάσεις, αποσπάσεων, απόσπαση, την απόσπαση, τις αποσπάσεις
  • denkend στα ελληνικά - έξυπνος, συλλογιστικός, συλλογισμός, σκέψη, σκεπτόμενος, σκέψης, σκέφτεται, ...
  • dermatologisch στα ελληνικά - δερματολογικά, δερματολογικώς, είναι δερματολογικά
  • durchdringende στα ελληνικά - διεισδυτική, διεισδύοντας, διείσδυσης, διείσδυση, διεισδύει
Τυχαίες λέξεις
Konsistenz στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σώμα, συνοχή, συνέπεια, συνέπειας, τη συνοχή, η συνοχή