Krampe στα ελληνικά

Μετάφραση: krampe, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύσπαση, συνδετήρας, κράμπα, κύριος, βασικός, συνεχείς, μη συνεχών, μη συνεχείς, ασυνεχών, ασυνεχείς
Krampe στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alltäglich στα ελληνικά - ξέγνοιαστος, ασήμαντος, συνηθισμένος, ανεπίσημος, καθημερινός, καθημερινή, καθημερινά, ...
  • anal στα ελληνικά - πρωκτικός, πρωκτικό, πρωκτική, πρωκτού, του πρωκτού
  • bauchschmerzen στα ελληνικά - στομαχόπονος, πόνος στο στομάχι, πόνο στο στομάχι, στομαχόπονο, στομαχικός πόνος
  • baustoff στα ελληνικά - οικοδομικά υλικά, οικοδομικών υλικών, δομικά υλικά, δομικών υλικών, τα οικοδομικά υλικά
Τυχαίες λέξεις
Krampe στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύσπαση, συνδετήρας, κράμπα, κύριος, βασικός, συνεχείς, μη συνεχών, μη συνεχείς, ασυνεχών, ασυνεχείς