Lack στα ελληνικά
Μετάφραση: lack, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στρώση, τέλος, εμαγιέ, τερματισμός, παλτό, βάφω, περατώνω, τελειώνω, σμάλτο, αδαμαντίνη, βερνικώνω, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- angenommen στα ελληνικά - υιοθέτησε, που εγκρίθηκε, εγκρίθηκε, ενέκρινε, εξέδωσε
- augenheilkundler στα ελληνικά - οφθαλμολόγος, οφθαλμίατρο, οφθαλμίατρος, οφθαλμίατρό, τον οφθαλμίατρό
- befassen στα ελληνικά - παρακολουθώ, παραβρίσκομαι, συμφωνία, συμφωνίας, διαπραγμάτευση, πολλά, αντιμετώπιση
- bunker στα ελληνικά - ανθρακαποθήκη, καυσίμων, αποθήκη, καταφύγιο, στη δεξαμενή
Τυχαίες λέξεις
Lack στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στρώση, τέλος, εμαγιέ, τερματισμός, παλτό, βάφω, περατώνω, τελειώνω, σμάλτο, αδαμαντίνη, βερνικώνω, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά
Μεταφράσεις: στρώση, τέλος, εμαγιέ, τερματισμός, παλτό, βάφω, περατώνω, τελειώνω, σμάλτο, αδαμαντίνη, βερνικώνω, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά