Leerraum στα ελληνικά
Μετάφραση: leerraum, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κενό, κενός χώρος, ο κενός χώρος, άδειο χώρο, κενό χώρο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abwickeleinrichtung στα ελληνικά - ξεκουράζομαι, χαλαρώνω, αποσυσπείρωσης, ξετυλίγματος, uncoiler, εκτυλίξεως
- affektierten στα ελληνικά - επιτήδευση, νάζια, επηρεασμού, επηρεασμός, προσποίηση
- befruchtet στα ελληνικά - γονιμοποιημένα, γονιμοποιημένο, γονιμοποιημένων, γονιμοποιημένου, γονιμοποιηθεί
- boulevardblatt στα ελληνικά - πινακίς, χάπι, σύντομος, ταμπλόιντ, μικρού σχήματος
Τυχαίες λέξεις
Leerraum στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κενό, κενός χώρος, ο κενός χώρος, άδειο χώρο, κενό χώρο
Μεταφράσεις: κενό, κενός χώρος, ο κενός χώρος, άδειο χώρο, κενό χώρο