Luftloch στα ελληνικά

Μετάφραση: luftloch, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διέξοδος, τρύπα, κενό αέρος, θύλακας αέρος
Luftloch στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abbrechen στα ελληνικά - διάλλειμα, διάλειμμα, ακυρώνω, αποβάλλω, σπάζω, παύω, αντεπίθεση, ...
  • abseilen στα ελληνικά - σκοινί, ραπέλ, abseil, για ραπέλ
  • ausgezeichnete στα ελληνικά - άριστη, εξαιρετικές, άριστο, εξαιρετικό, εξαιρετική
  • doppelzüngig στα ελληνικά - διπρόσωπος, διπρόσωπη, διπρόσωπο, διπλοπροσωπία, διπρόσωποι
Τυχαίες λέξεις
Luftloch στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διέξοδος, τρύπα, κενό αέρος, θύλακας αέρος