Mähne στα ελληνικά

Μετάφραση: mähne, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαίτη, οικόσημο, Μάιν, χαίτης, τη χαίτη, η χαίτη
Mähne στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adoleszent στα ελληνικά - έφηβος, εφηβικός, Εφηβική, Εφηβικής, Εφήβων, Εφήβου
  • apparate στα ελληνικά - εξοπλισμός, εξοπλισμού, εξοπλισμό, τον εξοπλισμό, του εξοπλισμού
  • aufgelassen στα ελληνικά - εγκαταλειμμένος, εγκαταλειφθεί, εγκαταλείφθηκε, εγκατέλειψε, εγκαταλελειμμένα
  • dreiklang στα ελληνικά - Dreiklang
Τυχαίες λέξεις
Mähne στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαίτη, οικόσημο, Μάιν, χαίτης, τη χαίτη, η χαίτη