Möglichkeit στα ελληνικά

Μετάφραση: möglichkeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγκυρία, πιθανότητα, τύχη, ενδεχόμενο, ευκαιρία, επιλογή, δυνατότητα, δυνατότητας, δυνατότητα να
Möglichkeit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abbremsung στα ελληνικά - επιβράδυνση, επιβράδυνσης, την επιβράδυνση, της επιβράδυνσης, επιβραδύνσεως
  • abweichend στα ελληνικά - εναλλακτικός, αποκλίνουσες, αποκλίνοντα, αποκλίνουσα, αποκλινουσών, αποκλινόντων
  • arroganz στα ελληνικά - αλαζονεία, έπαρση, υπεροψία, αλαζονείας, την αλαζονεία, η αλαζονεία
  • beifügen στα ελληνικά - προσθέτω, περιλαμβάνω, συμπεριλαμβάνω, προσθέστε, προσθέσετε, προσθέτουν, προσθέσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Möglichkeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγκυρία, πιθανότητα, τύχη, ενδεχόμενο, ευκαιρία, επιλογή, δυνατότητα, δυνατότητας, δυνατότητα να