Müßig στα ελληνικά
Μετάφραση: müßig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνεργος, τεμπέλης, άσκοπος, παράλογος, αργόσχολος, ανόητος, αδρανής, αδράνεια, ρελαντί, αδράνειας, σε αδράνεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abgrundtiefe στα ελληνικά - απειροβαθής, χαώδης, αβυσσιακό, αβυσσική, abyssal
- brauch στα ελληνικά - έξη, συνήθεια, σύμβαση, συνθήκη, χρησιμοποιώ, χρήση, συνέδριο, ...
- bruch στα ελληνικά - ξεσπώ, κάταγμα, διάλειμμα, σπάσιμο, κήλη, διχοτομία, διάλλειμα, ...
- dill στα ελληνικά - άνηθο, τον άνηθο, άνηθου, άνηθος, άνιθο
Τυχαίες λέξεις
Müßig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνεργος, τεμπέλης, άσκοπος, παράλογος, αργόσχολος, ανόητος, αδρανής, αδράνεια, ρελαντί, αδράνειας, σε αδράνεια
Μεταφράσεις: άνεργος, τεμπέλης, άσκοπος, παράλογος, αργόσχολος, ανόητος, αδρανής, αδράνεια, ρελαντί, αδράνειας, σε αδράνεια