Meisterschaft στα ελληνικά
Μετάφραση: meisterschaft, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τίτλος, πρωτάθλημα, πρωταθλήματος, Championship, Τσάμπιονσιπ, του πρωταθλήματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akustisch στα ελληνικά - ηχητικός, ακουστικός, ακουστικά, ηχητικά, ακουστικώς, ακουστική, στον ήχο
- bat στα ελληνικά - ρώτησε, Έγινε, ζήτησε, ζητηθεί, ζήτησε από
- beschlagene στα ελληνικά - όριο, Δεσμώτης, Bound, δέσιμο, Το δεσμευμένο
- dermatologie στα ελληνικά - δερματολογία, δερματολογίας, δερματολογικές, οι δερματολογικές, δερματικές
Τυχαίες λέξεις
Meisterschaft στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τίτλος, πρωτάθλημα, πρωταθλήματος, Championship, Τσάμπιονσιπ, του πρωταθλήματος
Μεταφράσεις: τίτλος, πρωτάθλημα, πρωταθλήματος, Championship, Τσάμπιονσιπ, του πρωταθλήματος