Mit στα ελληνικά

Μετάφραση: mit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
με, μαζί, από, με το, με την, με τις, με τα
Mit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aufgeklärtheit στα ελληνικά - φωτισμένη, πεφωτισμένη, φωτισμένοι, φωτισμένος, φωτισμένων
  • ausbildungen στα ελληνικά - εκπαιδεύσεις, εκπαιδευτικά, εκπαιδεύσεων, τα εκπαιδευτικά, εκπαίδευσης τη
  • beichten στα ελληνικά - ομολογώ, ομολογήσω, ομολογήσει, ομολογούμε, να ομολογήσω
Τυχαίες λέξεις
Mit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: με, μαζί, από, με το, με την, με τις, με τα