Original στα ελληνικά
Μετάφραση: original, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κύριος, πρωτότυπος, γνήσιος, ωμός, δεξιοτέχνης, μετρ, αφέντης, πρωτότυπο, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akzeptierung στα ελληνικά - αποδοχή, αποδοχής, την αποδοχή, η αποδοχή, της αποδοχής
- alarmiert στα ελληνικά - συναγερμός, συναγερμού, προειδοποίησης, ειδοποίησης, ειδοποίηση
- ankurbelnd στα ελληνικά - Στροφές, πρώτες στροφές, τις πρώτες στροφές, πρώτες στροφές του, γυρίζει με τη μίζα
- dressing στα ελληνικά - δέσιμο, σάλτσα, ντύσιμο, επιδέσμου, επίδεσμος
Τυχαίες λέξεις
Original στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κύριος, πρωτότυπος, γνήσιος, ωμός, δεξιοτέχνης, μετρ, αφέντης, πρωτότυπο, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικού
Μεταφράσεις: κύριος, πρωτότυπος, γνήσιος, ωμός, δεξιοτέχνης, μετρ, αφέντης, πρωτότυπο, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικού