Patriot στα ελληνικά

Μετάφραση: patriot, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πατριώτης, Patriot, πατριώτη, Πάτριοτ
Patriot στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aktie στα ελληνικά - μοιράζω, μοιράζομαι, παρακρατώ, απόθεμα, κλήρος, μετοχή, μερίδιο, ...
  • arbeitsspeicherresident στα ελληνικά - μνήμη, μνήμης, τη μνήμη, της μνήμης, μνήμη του
  • dekagramm στα ελληνικά - δέκα γραμμάρια
  • dogmatiker στα ελληνικά - δογματιστής, δογματιστή, δογματικός, δογματικού, δογματιστή ο
Τυχαίες λέξεις
Patriot στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πατριώτης, Patriot, πατριώτη, Πάτριοτ