Πατριώτης στα γερμανικά
Μετάφραση: πατριώτης, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
patriot, Patrioten
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πατριώτης
πατριώτης ή εθνικιστής, μικρομεσαίοσ πατριώτησ, ο πατριώτης, πατριώτης λεξικό, εφημερίδα πατριώτησ, πατριώτης λεξικό γλώσσας γερμανικά, πατριώτης στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- πατριάρχης στα γερμανικά - Patriarch, Patriarchen, Erzvater, der Patriarch
- πατρικός στα γερμανικά - väterlich, väterlicherseits, väterlichen, väterliche, väterlicher
- πατρογονικός στα γερμανικά - angestammt, Vermögens, patrimonialen, patrimonial, patrimoniale, patrimonialer
- πατρονάρισμα στα γερμανικά - unterstützung, kundschaft, klientel, gönnerschaft, mäzenatentum, Schirmherrschaft, Patronage, ...
Τυχαίες λέξεις
Πατριώτης στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: patriot, Patrioten
Μεταφράσεις: patriot, Patrioten