Pfeiler στα ελληνικά
Μετάφραση: pfeiler, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόλος, κολόνα, στυλοβάτης, πύργος, αποβάθρα, στήλη, στύλος, πυλώνα, πυλώνας, άξονα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abenteuerlust στα ελληνικά - adventurousness, περιπετειώδη, περιπετειώδη αναζήτηση
- abhängen στα ελληνικά - εξαρτώμαι, κλάπα, εξαρτώνται, εξαρτάται, εξαρτηθεί, εξαρτάται από, εξαρτώνται από
- beeinflussend στα ελληνικά - επηρεάζουν, που επηρεάζουν, επηρεάζει, που επηρεάζει, αφορούν
- behext στα ελληνικά - μαγεμένος, μαγεμένοι, μαγεμένη, μάγεψε, μαγεμένο
Τυχαίες λέξεις
Pfeiler στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόλος, κολόνα, στυλοβάτης, πύργος, αποβάθρα, στήλη, στύλος, πυλώνα, πυλώνας, άξονα
Μεταφράσεις: μόλος, κολόνα, στυλοβάτης, πύργος, αποβάθρα, στήλη, στύλος, πυλώνα, πυλώνας, άξονα