Problematik στα ελληνικά
Μετάφραση: problematik, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόβλημα, δυσκολία, δυσχέρεια, προβλήματος, το πρόβλημα, ζήτημα, το ζήτημα
Μεταφράσεις
- altersdiskriminierung στα ελληνικά - ηλικιακό ρατσισμό, διακρίσεις λόγω ηλικίας, στον ηλικιακό ρατσισμό, διακρίσεων λόγω ηλικίας, ηλικιακών διακρίσεων
- bombengroßangriff στα ελληνικά - μεγάλη, μεγάλο, μεγάλης, μεγάλες, μεγάλα
- bombenschütze στα ελληνικά - βομβαρδιστής, Bombardier, η Bombardier, βομβαρδιστικό, βομβαρδιστή
- buchumschlag στα ελληνικά - κάλυμμα, φάκελο, φάκελος, φακέλου, κονδύλιο, περίβλημα
Τυχαίες λέξεις
Problematik στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόβλημα, δυσκολία, δυσχέρεια, προβλήματος, το πρόβλημα, ζήτημα, το ζήτημα
Μεταφράσεις: πρόβλημα, δυσκολία, δυσχέρεια, προβλήματος, το πρόβλημα, ζήτημα, το ζήτημα