Rechtfertigung στα ελληνικά

Μετάφραση: rechtfertigung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασπρίζω, συγνώμη, αιτιολογία, τεκμηρίωση, δικαιολογία, αιτιολόγηση, Αιτιολόγηση Η, Αιτιολόγηση Οι, δικαιολόγηση
Rechtfertigung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • auslosung στα ελληνικά - αποστολή, ανάθεση, δουλειά, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, επιστήσω την, ...
  • brandmal στα ελληνικά - στιγματίζω, σφραγίδα, μάρκα, στίγμα, στίγματος, στιγματισμού, το στίγμα, ...
  • chip-scheiben στα ελληνικά - τσιπ, chip, μάρκα, μάρκες, μαρκών
  • demobilisierung στα ελληνικά - αποστράτευση, αποστράτευσης, την αποστράτευση, της αποστράτευσης, η αποστράτευση
Τυχαίες λέξεις
Rechtfertigung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασπρίζω, συγνώμη, αιτιολογία, τεκμηρίωση, δικαιολογία, αιτιολόγηση, Αιτιολόγηση Η, Αιτιολόγηση Οι, δικαιολόγηση