Ασπρίζω στα γερμανικά
Μετάφραση: ασπρίζω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
rechtfertigung, weiß machen, whiten, bleichen, weiß werden, aufhellen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασπρίζω
ασπρίζω λεξικό γλώσσας γερμανικά, ασπρίζω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ασπίδα στα γερμανικά - prellbock, zwischenspeicher, schild, schutzschild, mildern, dämpfen, abgeschirmt, ...
- ασπιρίνη στα γερμανικά - aspirin, Aspirin, Acetylsalicylsäure, ASS
- ασπόνδυλος στα γερμανικά - wirbellos, Invertebrat, wirbellosen, wirbellose, wirbelloses
- αστάθεια στα γερμανικά - Instabilität, Instabilitäten, Instabilitäts, die Instabilität
Τυχαίες λέξεις
Ασπρίζω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: rechtfertigung, weiß machen, whiten, bleichen, weiß werden, aufhellen
Μεταφράσεις: rechtfertigung, weiß machen, whiten, bleichen, weiß werden, aufhellen