Reichtum στα ελληνικά
Μετάφραση: reichtum, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πολυτέλεια, πλούτος, συρροή, αφθονία, πολυτελής, πλούτου, πλούτο, τον πλούτο, του πλούτου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anachronistisches στα ελληνικά - αναχρονιστικός, αναχρονιστική, αναχρονιστικό, αναχρονιστικές, αναχρονιστικών
- anwohner στα ελληνικά - κάτοικος, μόνιμος, τους κατοίκους της περιοχής, κατοίκους της περιοχής, κατοίκων της περιοχής, κατοίκους της, κατοίκων της
- barren στα ελληνικά - μπαρ, μπάρες, ράβδοι, ράβδων, ράβδους
Τυχαίες λέξεις
Reichtum στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πολυτέλεια, πλούτος, συρροή, αφθονία, πολυτελής, πλούτου, πλούτο, τον πλούτο, του πλούτου
Μεταφράσεις: πολυτέλεια, πλούτος, συρροή, αφθονία, πολυτελής, πλούτου, πλούτο, τον πλούτο, του πλούτου