Renovierung στα ελληνικά

Μετάφραση: renovierung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανακαίνιση, ενημέρωσης, ανακαίνισης, την ανακαίνιση, αναστήλωση
Renovierung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anspannungen στα ελληνικά - εντάσεις, εντάσεων, ένταση, τάσεις, τις εντάσεις
  • ausstellungsstücke στα ελληνικά - έκθεση, έκθεσης, εκθεσιακό, της έκθεσης, εκθέσεων
  • besucher στα ελληνικά - επισκέπτης, επισκέπτη, επισκεπτών, επισκέπτες
  • dokumentierend στα ελληνικά - τεκμηρίωση, τεκμηριώνοντας, καταγραφή, την τεκμηρίωση, τεκμηριώνει
Τυχαίες λέξεις
Renovierung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανακαίνιση, ενημέρωσης, ανακαίνισης, την ανακαίνιση, αναστήλωση