Reservoir στα ελληνικά

Μετάφραση: reservoir, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεξαμενή, δεξαμενής, δοχείο, ταμιευτήρα, ρεζερβουάρ
Reservoir στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • besage στα ελληνικά - λέω
  • bestückung στα ελληνικά - τοποθέτηση, τοποθέτησης, την τοποθέτηση, μπεί τελικά, θα μπεί τελικά
  • biblisches στα ελληνικά - βιβλικός, Βιβλική, Βιβλικών, βιβλικές, βιβλικό
Τυχαίες λέξεις
Reservoir στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεξαμενή, δεξαμενής, δοχείο, ταμιευτήρα, ρεζερβουάρ