Schick στα ελληνικά
Μετάφραση: schick, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόμματος, κοτοπουλάκι, εκλεπτυσμένος, κομψός, λουσάτος, σικ, κομψό, chic, κομψή, κομψά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- achtel στα ελληνικά - όγδοος, όγδοο, όγδοη, όγδοου, όγδοης
- bekannte στα ελληνικά - φίλη, φίλοι, φίλος, γνωστός, γνωστές, γνωστή, γνωστό, ...
- choreographiert στα ελληνικά - χορογραφία, χορογραφήσει, σε χορογραφία, χορογράφησε, χορογραφίες
Τυχαίες λέξεις
Schick στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόμματος, κοτοπουλάκι, εκλεπτυσμένος, κομψός, λουσάτος, σικ, κομψό, chic, κομψή, κομψά
Μεταφράσεις: κόμματος, κοτοπουλάκι, εκλεπτυσμένος, κομψός, λουσάτος, σικ, κομψό, chic, κομψή, κομψά