Schließung στα ελληνικά

Μετάφραση: schließung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλείσιμο, κλεισίματος, το κλείσιμο, πώμα, πώματος
Schließung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abenteurer στα ελληνικά - τυχοδιώκτης, τυχοδιώκτη, adventurer, περιπέτειας, της περιπέτειας
  • achsen στα ελληνικά - άξονες, αξόνων, άξονα, τους άξονες, άξονές
  • auswählbar στα ελληνικά - χαρακτηριστικός, επιλέξιμο, επιλέξιμη, επιλέξιμος, επιλέξιμα, επιλέξιμου
  • beschwindelte στα ελληνικά - ξεγέλασε, παρασυρθείτε, εξαπάτησε, εξαπατηθούν, εξαπάτησής
Τυχαίες λέξεις
Schließung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλείσιμο, κλεισίματος, το κλείσιμο, πώμα, πώματος