Schnupfen στα ελληνικά
Μετάφραση: schnupfen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πούντα, κρύος, κρυολόγημα, όσφρηση, sniff, εισπνοή, οσφραίνομαι, μυρίζει
Μεταφράσεις
- aufsperren στα ελληνικά - ξεκλειδώσετε, ξεκλείδωμα, να ξεκλειδώσετε, ξεκλειδώσει, ξεκλειδώσετε το
- decken στα ελληνικά - κεραμίδι, καλύπτω, πλακάκι, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, ...
- demütigte στα ελληνικά - ταπεινωθεί, ταπείνωσε, ταπεινωμένος, humbled, σεμνότητα αλλά
- dreijährige στα ελληνικά - τρία χρόνια, τρία χρόνου, τρεις χρόνια, τρεις χρόνος, τρία χρόνων
Τυχαίες λέξεις
Schnupfen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πούντα, κρύος, κρυολόγημα, όσφρηση, sniff, εισπνοή, οσφραίνομαι, μυρίζει
Μεταφράσεις: πούντα, κρύος, κρυολόγημα, όσφρηση, sniff, εισπνοή, οσφραίνομαι, μυρίζει