Schwachheit στα ελληνικά

Μετάφραση: schwachheit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελάττωμα, αδυναμία, αδυναμίας, αδυναμίες, την αδυναμία, η αδυναμία
Schwachheit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antlitze στα ελληνικά - Visages
  • attribut στα ελληνικά - κτήμα, αναπληρωτής, διάσταση, περιουσία, ακίνητο, συμπλήρωμα, ιδιότητα, ...
  • ballen στα ελληνικά - κύλινδρος, αφηνιάζω, ψωμάκι, κυλώ, σφίγγω, σφίγγουν, σφίγγω τα, ...
  • blamage στα ελληνικά - όνειδος, δυσμένεια, κρίμα, ταπείνωση, ντροπή, αίσχος, ατίμωση
Τυχαίες λέξεις
Schwachheit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελάττωμα, αδυναμία, αδυναμίας, αδυναμίες, την αδυναμία, η αδυναμία