Schwierigkeit στα ελληνικά
Μετάφραση: schwierigkeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενόχληση, μπελάς, φασαρία, ενοχλώ, πρόβλημα, ενοχλούμαι, περιπλοκή, αυστηρότητα, δυσχέρεια, πόνος, δυσκολία, σκοτίζομαι, ταλαιπωρία, κόπος, δυσκολίας, δυσκολίες, προβληματικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- besetzer στα ελληνικά - κάτοχος, καταπατητής, καταλήψεων, καταληψιών, καταληψίας, καταπατητή
- biographie στα ελληνικά - ισόβιος, βίος, βιογραφία, ζωή, βιογραφικό, βιογραφία του, Η βιογραφία, ...
- bleigewicht στα ελληνικά - μολύβδου, μόλυβδο, οδηγήσει, προβάδισμα, οδηγούν
- buchhalter στα ελληνικά - ελεγκτής, λογιστής, λογιστή, Accountant, Ελεγκτής Λογιστής, ΛΟΓΙΣΤΗΣ
Τυχαίες λέξεις
Schwierigkeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενόχληση, μπελάς, φασαρία, ενοχλώ, πρόβλημα, ενοχλούμαι, περιπλοκή, αυστηρότητα, δυσχέρεια, πόνος, δυσκολία, σκοτίζομαι, ταλαιπωρία, κόπος, δυσκολίας, δυσκολίες, προβληματικών
Μεταφράσεις: ενόχληση, μπελάς, φασαρία, ενοχλώ, πρόβλημα, ενοχλούμαι, περιπλοκή, αυστηρότητα, δυσχέρεια, πόνος, δυσκολία, σκοτίζομαι, ταλαιπωρία, κόπος, δυσκολίας, δυσκολίες, προβληματικών