Sichtbar στα ελληνικά
Μετάφραση: sichtbar, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φανερά, οπτικά, περίοπτος, ορατός, αισθητά, οπτικός, φανερός, καθαρά, καταφανής, περίβλεπτος, ορατή, ορατό, ορατά, ορατές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anordnungsbefugnis στα ελληνικά - δικαιοδοσία, διευθέτηση, διάταξη, ρύθμιση, συμφωνία, ρύθμισης
- armspange στα ελληνικά - βραχιόλι, bangle, βαρύ, βραχιόλι βαρύ, βραχιολιών
- auffahrten στα ελληνικά - δρόμους, driveways, αμαξιτούς, αυτοκινητοδιόδων
- bestärkend στα ελληνικά - ενδυνάμωση, εξουσιοδοτήσεως, ενδυνάμωση των, εξουσιοδότησης, εξουσιοδοτεί
Τυχαίες λέξεις
Sichtbar στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φανερά, οπτικά, περίοπτος, ορατός, αισθητά, οπτικός, φανερός, καθαρά, καταφανής, περίβλεπτος, ορατή, ορατό, ορατά, ορατές
Μεταφράσεις: φανερά, οπτικά, περίοπτος, ορατός, αισθητά, οπτικός, φανερός, καθαρά, καταφανής, περίβλεπτος, ορατή, ορατό, ορατά, ορατές