Καθαρά στα γερμανικά
Μετάφραση: καθαρά, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sichtlich, sichtbar, deutlich, klar, netto-, Netz, netto, Netto-, Internet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθαρά
καθαρά δευτέρα έθιμα, καθαρά δευτέρα, καθαρά δευτέρα 2015, καθαρά δευτέρα 2013, καθαρά δευτέρα 2012, καθαρά λεξικό γλώσσας γερμανικά, καθαρά στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- καθαγιάζω στα γερμανικά - heiligen, weihen, heiligten, hallow, heiligen sie
- καθαιρώ στα γερμανικά - lustrate, nennen lustrate
- καθαρίζω στα γερμανικά - reinigen, steril, reinemachen, schälen, schale, blank, putzen, ...
- καθαρίστρια στα γερμανικά - filter, sauberer, reinigungsmittel, Mädchen, Dienstmädchen, Zofe, Maid, ...
Τυχαίες λέξεις
Καθαρά στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: sichtlich, sichtbar, deutlich, klar, netto-, Netz, netto, Netto-, Internet
Μεταφράσεις: sichtlich, sichtbar, deutlich, klar, netto-, Netz, netto, Netto-, Internet