Sog στα ελληνικά
Μετάφραση: sog, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θηλάζω, άντληση, γλείφω, ρουφώ, αναρρόφηση, λεγόμενη, λεγόμενες, λεγόμενα, αποκαλούμενη, λεγόμενο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- absolutistisch στα ελληνικά - απολυταρχικός, απολυταρχικό, απολυταρχική, απολυταρχίας, απολυταρχικές
- aufgebracht στα ελληνικά - οργισμένος, θυμωμένος, ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, αναστατώσει, διαταραχές
- aufhebend στα ελληνικά - Αντιστροφή, Αντιστρέφοντας, αναστροφή, οπισθοπορεία, Η αντιστροφή
- chronologien στα ελληνικά - χρονολογίες, χρονολογιών, χρονολογήσεις, chronologies, χρονολόγια
Τυχαίες λέξεις
Sog στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θηλάζω, άντληση, γλείφω, ρουφώ, αναρρόφηση, λεγόμενη, λεγόμενες, λεγόμενα, αποκαλούμενη, λεγόμενο
Μεταφράσεις: θηλάζω, άντληση, γλείφω, ρουφώ, αναρρόφηση, λεγόμενη, λεγόμενες, λεγόμενα, αποκαλούμενη, λεγόμενο