Sohn στα ελληνικά
Μετάφραση: sohn, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υιός, καμάρι, αγόρι, γιός, γιος, γιο, ο γιος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- antik στα ελληνικά - αντίκα, αντίκες, αντικέ, παλαιά, παλαιών
- ausgleiche στα ελληνικά - αντισταθμίζει, αποζημιώνει
- ausgänge στα ελληνικά - εξόδους, έξοδοι, εκροές, αποτελέσματα, αποτελεσμάτων
- drolligkeit στα ελληνικά - ιδιορρυθμία, παραδοξότητα, παραξενιά, παραδοξότης, quaintness
Τυχαίες λέξεις
Sohn στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υιός, καμάρι, αγόρι, γιός, γιος, γιο, ο γιος
Μεταφράσεις: υιός, καμάρι, αγόρι, γιός, γιος, γιο, ο γιος