Stattlich στα ελληνικά

Μετάφραση: stattlich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρκετός, αξιόλογος, σπουδαίος, λαμπρός, μεγάλος, όμορφος, όμορφο, ωραίος, όμορφου
Stattlich στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akzent στα ελληνικά - τόνος, προφορά, έμφαση, έμφασης, τόνο, ανάδειξης
  • ansprachen στα ελληνικά - ανταπόκριση, ανταποκρίνεται, να ανταποκρίνεται, αποκρίνεται, ανταποκρίνονται
  • diametrische στα ελληνικά - διαμετρικός, διαμετρικού, διαμετρικών, διαμετρική, διαμετρικό
Τυχαίες λέξεις
Stattlich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρκετός, αξιόλογος, σπουδαίος, λαμπρός, μεγάλος, όμορφος, όμορφο, ωραίος, όμορφου