Stecken στα ελληνικά

Μετάφραση: stecken, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπρώξιμο, ώθηση, εξαναγκάζω, μπήγω, δύναμη, σπρώχνω, περιστατικό, χωμένος, βία, βαλίτσα, θήκη, υπόθεση, που, τεθεί, θέσει, βάλει, βάλετε
Stecken στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ausgefertigt στα ελληνικά - που εκδίδεται, που εκδίδονται, εκδίδεται, εκδίδονται, εκδοθεί
  • bewegen στα ελληνικά - παριστάνω, κινώ, επηρεάζω, μετακομίζω, σαλεύω, κίνηση, μετακίνηση, ...
  • blinkeinrichtung στα ελληνικά - συσκευή, συσκευής, διάταξη, της συσκευής, τη συσκευή
  • bohrfutter στα ελληνικά - πετώ, σφιγκτήρ, Chuck, τσοκ, σφικτήρα, τσόκ
Τυχαίες λέξεις
Stecken στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπρώξιμο, ώθηση, εξαναγκάζω, μπήγω, δύναμη, σπρώχνω, περιστατικό, χωμένος, βία, βαλίτσα, θήκη, υπόθεση, που, τεθεί, θέσει, βάλει, βάλετε