Stickig στα ελληνικά
Μετάφραση: stickig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποπνικτικός, μεγαλομανής, πνικτικός, πνιγερός, βουλομένη, βουλωμένη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- androhen στα ελληνικά - απειλούν, απειλήσουν, απειλήσει, απειλεί, να απειλήσει
- antiquität στα ελληνικά - αρχαιότητα, αντίκα, αντίκες, αντικέ, παλαιά, παλαιών
- demnächst στα ελληνικά - σύντομος, σύντομα, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα
- diagrammatisch στα ελληνικά - διαγραμματικά, διαγραμματικώς, σχηματικά
Τυχαίες λέξεις
Stickig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποπνικτικός, μεγαλομανής, πνικτικός, πνιγερός, βουλομένη, βουλωμένη
Μεταφράσεις: αποπνικτικός, μεγαλομανής, πνικτικός, πνιγερός, βουλομένη, βουλωμένη