Streifblick στα ελληνικά

Μετάφραση: streifblick, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ματιά, θέα, προβολή, άποψη, ενόψει, όψη
Streifblick στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abschrägen στα ελληνικά - λοξή γωνία, λοξεύω, λοξότμηση, λοξοτμήσεως, κωνικούς
  • adoleszent στα ελληνικά - έφηβος, εφηβικός, Εφηβική, Εφηβικής, Εφήβων, Εφήβου
  • anprobe στα ελληνικά - πρόσφορος, προσαρμογή, συναρμολόγηση, εφαρμογή, τοποθέτηση, εξάρτημα
  • bärte στα ελληνικά - φαβορίτα, γενειά, μουστάκια, ινίδια, τα μουστάκια
Τυχαίες λέξεις
Streifblick στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ματιά, θέα, προβολή, άποψη, ενόψει, όψη