Strom στα ελληνικά
Μετάφραση: strom, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ροή, κύρος, ποτάμι, εξουσία, ριχτός, δύναμη, αναβλύζω, τωρινός, ρυάκι, ρέω, ρεύμα, κυλώ, τρέχων, τρέχουσα, τρέχουσες, τρέχουσας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abberufung στα ελληνικά - θυμάμαι, ανάκληση, ανάκλησης, ανάκλησή, απόσυρση, ανάκλησή του
- beobachtend στα ελληνικά - βλέποντας, παρακολουθώντας, παρακολουθούν, παρακολουθείτε
- bordsteinschwalbe στα ελληνικά - κράσπεδο, συγκράτηση, πεζοδρόμιο, κρασπέδου, συγκρατήσεων
- drängt στα ελληνικά - ορμές, παρορμήσεις, προτρέπει, ωθήσεις, καλεί επειγόντως
Τυχαίες λέξεις
Strom στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ροή, κύρος, ποτάμι, εξουσία, ριχτός, δύναμη, αναβλύζω, τωρινός, ρυάκι, ρέω, ρεύμα, κυλώ, τρέχων, τρέχουσα, τρέχουσες, τρέχουσας
Μεταφράσεις: ροή, κύρος, ποτάμι, εξουσία, ριχτός, δύναμη, αναβλύζω, τωρινός, ρυάκι, ρέω, ρεύμα, κυλώ, τρέχων, τρέχουσα, τρέχουσες, τρέχουσας