Ρεύμα στα γερμανικά

Μετάφραση: ρεύμα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
flüsschen, laufend, aktuell, lauf, momentan, bach, strömung, gängig, geläufig, gegenwärtig, strom, Strom, aktuellen, aktuelle
Ρεύμα στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρεύμα

ρεύμα ανατροπής χαλκίδα, ρεύμα ανατροπής, ρεύμα χωρίς δεη, ρεύμα ζεύξης, ρεύμα νέων σοσιαλιστών, ρεύμα λεξικό γλώσσας γερμανικά, ρεύμα στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ρευστοποιώ στα γερμανικά - umbringen, loswerden, liquidieren, Verflüssigen, liquify, verflüssigen oder
  • ρευστότητα στα γερμανικά - fließvermögen, flüssigkeit, fluidität, Liquidität, Liquiditäts, Liquiditäts-, die Liquidität
  • ρημάζω στα γερμανικά - verwüsten, verheeren, zu verwüsten, ravage, heim
  • ρητά στα γερμανικά - umfassend, ausdrücklich, explizit, explizite, deutlich
Τυχαίες λέξεις
Ρεύμα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: flüsschen, laufend, aktuell, lauf, momentan, bach, strömung, gängig, geläufig, gegenwärtig, strom, Strom, aktuellen, aktuelle