Temperamentvoll στα ελληνικά

Μετάφραση: temperamentvoll, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυκλοθυμικός, ιδιότροπος, ζωηρός, θυμοειδής, spirited, εμπνευσμένη, εύψυχη
Temperamentvoll στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • appetitanreger στα ελληνικά - ορεκτικό, ορεκτικών, ορεκτικά, Appetizer, ορεκτικού
  • behelfsmäßig στα ελληνικά - πρόχειρος, πρόχειρα, αυτοσχέδιο, αυτοσχέδια, πρόχειρη
  • diskutabel στα ελληνικά - συζητήσιμος, αμφισβητήσιμος, συζητήσιμο, αμφισβητήσιμη, συζητήσιμη
  • dividiert στα ελληνικά - διαιρείται, διαιρούμενο, διαιρεμένο, χωρίζεται, διαιρούνται
Τυχαίες λέξεις
Temperamentvoll στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυκλοθυμικός, ιδιότροπος, ζωηρός, θυμοειδής, spirited, εμπνευσμένη, εύψυχη