Urzeitlich στα ελληνικά
Μετάφραση: urzeitlich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γηγενής, ιθαγενής, πανάρχαιος, γομών, πρωτόγονος, αρχέγονο, αρχέγονη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abgezweigt στα ελληνικά - εκτροπή, εκτραπεί, εκτρέπονται, εκτρέπεται, εκτραπούν
- angeklingelt στα ελληνικά - τηλεφώνησα, τηλεφώνησε, τηλεφώνησε στον, τηλεφωνήσει, τηλεφώνησαν
- bürschchen στα ελληνικά - έφηβος, νεανίσκος
Τυχαίες λέξεις
Urzeitlich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γηγενής, ιθαγενής, πανάρχαιος, γομών, πρωτόγονος, αρχέγονο, αρχέγονη
Μεταφράσεις: γηγενής, ιθαγενής, πανάρχαιος, γομών, πρωτόγονος, αρχέγονο, αρχέγονη