Verändern στα ελληνικά
Μετάφραση: verändern, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετατροπή, παραλλαγή, αλλάζω, παραλλάζω, ποικίλλω, αλλαγή, μεταβολή, αλλαγής, αλλαγή του, την αλλαγή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abrechnungsbeleg στα ελληνικά - λήψη, παραλαβή, απόδειξη, χρέωσης, τιμολόγησης, τιμολόγηση, χρέωση, ...
- anschreiben στα ελληνικά - φροντίδα, κατηγορία, γράψτε, εγγραφή σε, γράψετε, γράψει σε, γράψετε στο
- diktierte στα ελληνικά - υπαγορεύεται, υπαγορεύονται, υπαγορεύει, που υπαγορεύονται, υπαγόρευσε
- durchbrennen στα ελληνικά - σβήνω, καεί, καίγονται, φθαρεί, κάψει
Τυχαίες λέξεις
Verändern στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετατροπή, παραλλαγή, αλλάζω, παραλλάζω, ποικίλλω, αλλαγή, μεταβολή, αλλαγής, αλλαγή του, την αλλαγή
Μεταφράσεις: μετατροπή, παραλλαγή, αλλάζω, παραλλάζω, ποικίλλω, αλλαγή, μεταβολή, αλλαγής, αλλαγή του, την αλλαγή