Verbot στα ελληνικά
Μετάφραση: verbot, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαγορεύω, απαγόρευση, αποκλείω, αποκλεισμός, απαγόρευσης, την απαγόρευση, απαγόρευση των, απαγορεύσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- artig στα ελληνικά - αγαθός, καλός, καλή, καλό, καλής, καλές
- beimengung στα ελληνικά - πρόσμειξη, πρόσθεση, Επιπλέον, προσθήκη, Εκτός, προσθήκης
- blitze στα ελληνικά - αστραπή, κεραυνούς, κεραυνό, αστραπές, κεραυνού
- demograf στα ελληνικά - δημογράφος, δημογράφο, και δημογράφο, δημογράφου
Τυχαίες λέξεις
Verbot στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαγορεύω, απαγόρευση, αποκλείω, αποκλεισμός, απαγόρευσης, την απαγόρευση, απαγόρευση των, απαγορεύσεως
Μεταφράσεις: απαγορεύω, απαγόρευση, αποκλείω, αποκλεισμός, απαγόρευσης, την απαγόρευση, απαγόρευση των, απαγορεύσεως