Verhältnis στα ελληνικά
Μετάφραση: verhältnis, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναλογία, τιμή, σχέση, λόγος, λόγο, λόγου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abgehakt στα ελληνικά - συμεριφορά, συμπληρωθεί εκτός, καταναλώσει τις, συμπληρωθεί εκτός τους
- ausgebleicht στα ελληνικά - λευκασμένα, λευκασμένο, λευκασμένες, λευκανθέν, τα λευκασμένα
- buchfinken στα ελληνικά - σπίνος, Finch, σπίνου, σπίνων, Finch του
- darstellung στα ελληνικά - δήλωση, κατάσταση, είδωλο, εικόνα, απεικόνιση, αντιπροσώπευση, αναπαράσταση, ...
Τυχαίες λέξεις
Verhältnis στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναλογία, τιμή, σχέση, λόγος, λόγο, λόγου
Μεταφράσεις: αναλογία, τιμή, σχέση, λόγος, λόγο, λόγου