Verteidigung στα ελληνικά

Μετάφραση: verteidigung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνηγορία, άμυνα, υπεράσπιση, άμυνας, αμυντικούς, υπεράσπισης
Verteidigung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abgreifend στα ελληνικά - thumbing
  • aufgeschraubte στα ελληνικά - βιδώνεται, βιδωθεί, βιδωμένο, βιδώνονται, βιδωμένη
  • autobiografisch στα ελληνικά - αυτοβιογραφικός, αυτοβιογραφικό, αυτοβιογραφικά, αυτοβιογραφική, αυτοβιογραφικές
  • birke στα ελληνικά - σημύδα, σημύδας, σημύδων, η σημύδα, από σημύδα
Τυχαίες λέξεις
Verteidigung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνηγορία, άμυνα, υπεράσπιση, άμυνας, αμυντικούς, υπεράσπισης