Wenig στα ελληνικά

Μετάφραση: wenig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λίγα, λιγοστός, λίγο, λίγοι, λίγες, μικρός, αραιός, δεν είναι πολύ, όχι πολύ, δεν είναι πολλά, δεν έχουν και πολλά
Wenig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abgeschwächt στα ελληνικά - εξασθενημένο, εξασθενημένος, εξασθενημένους, εξασθενημένα, εξασθενημένη
  • akkordeon στα ελληνικά - ακορντεόν, ακκορντεόν, το ακορντεόν, ακκορντέον
  • andachtsräume στα ελληνικά - λατρευτικός, λατρευτικό, λατρευτικά, λατρευτικές, λατρευτική
  • bäuerlich στα ελληνικά - χωριάτης, αγροτικός, αγροτικής, αγροτικές, αγροτική, υπαίθρου
Τυχαίες λέξεις
Wenig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λίγα, λιγοστός, λίγο, λίγοι, λίγες, μικρός, αραιός, δεν είναι πολύ, όχι πολύ, δεν είναι πολλά, δεν έχουν και πολλά