Werbung στα ελληνικά
Μετάφραση: werbung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προώθηση, στρατολόγηση, βολεύω, δημοσιότητα, προαγωγή, διαφήμιση, διαφημιστικός, πρόσληψη, ανάδειξη, κοστούμι, εξυπηρετώ, αρμόζω, διαφημιστικά, διαφήμισης, τη διαφήμιση, διαφημίσεις
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akkumulation στα ελληνικά - συσσώρευση, συρροή, συσσώρευσης, τη συσσώρευση, συγκέντρωση, σώρευση
- anerkennung στα ελληνικά - αναγνώριση, αποδοχή, αναγνώρισης, την αναγνώριση, αναγνωρίσεως, η αναγνώριση
- asymptote στα ελληνικά - ασύμπτωτο, ασύμπτωτη, ασύμπτωτος, ασυμπτώτου
- binderstein στα ελληνικά - κεφαλιά, συνδετικό, συνδετικό υλικό, συνδετικού υλικού, συνδετικό μέσο, δέσιμο φύλλων
Τυχαίες λέξεις
Werbung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προώθηση, στρατολόγηση, βολεύω, δημοσιότητα, προαγωγή, διαφήμιση, διαφημιστικός, πρόσληψη, ανάδειξη, κοστούμι, εξυπηρετώ, αρμόζω, διαφημιστικά, διαφήμισης, τη διαφήμιση, διαφημίσεις
Μεταφράσεις: προώθηση, στρατολόγηση, βολεύω, δημοσιότητα, προαγωγή, διαφήμιση, διαφημιστικός, πρόσληψη, ανάδειξη, κοστούμι, εξυπηρετώ, αρμόζω, διαφημιστικά, διαφήμισης, τη διαφήμιση, διαφημίσεις