Woche στα ελληνικά
Μετάφραση: woche, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εβδομάδα, την εβδομάδα, εβδομάδας, εβδομάδων, βδομάδα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufschrei στα ελληνικά - στριγκλιά, αγανάκτηση, φωνάζω, βαβίζω, κραυγή, στριγκλίζω, στριγγλίζω, ...
- aufstapeln στα ελληνικά - καραμπόλα, συσσωρεύονται, να συσσωρεύονται, συσσωρεύουν επάνω, συσσωρεύονται τα
- beständig στα ελληνικά - διαρκής, επίμονος, στάβλος, σταθερός, συνεχώς, ανθεκτικός, ανθεκτικά, ...
- charmeur στα ελληνικά - γόης, charmer, γητευτή, γοητευτικού, γητευτής
Τυχαίες λέξεις
Woche στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εβδομάδα, την εβδομάδα, εβδομάδας, εβδομάδων, βδομάδα
Μεταφράσεις: εβδομάδα, την εβδομάδα, εβδομάδας, εβδομάδων, βδομάδα