Zeitlos στα ελληνικά
Μετάφραση: zeitlos, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιώνιος, παντοτινός, ενδελεχής, διαχρονικό, διαχρονική, διαχρονικές, άχρονη, άχρονο
Μεταφράσεις
- absolution στα ελληνικά - ύφεση, άφεση, αθώωση, απόφεση, συγνώμη, άφεση αμαρτιών
- achtlosigkeit στα ελληνικά - αμέλεια, αμελώ, απροσεξία, απροσεξίας, αμέλειας, ανεμελιά
- bestrafen στα ελληνικά - τιμωρώ, πειθαρχία, πειθαρχώ, διορθώνω, σωστός, τιμωρήσει, τιμωρήσουν, ...
- blöd στα ελληνικά - μουγγός, χαζός, παλαβός, ηλίθιος, ηλίθιο, ηλίθια, ανόητο, ...
Τυχαίες λέξεις
Zeitlos στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιώνιος, παντοτινός, ενδελεχής, διαχρονικό, διαχρονική, διαχρονικές, άχρονη, άχρονο
Μεταφράσεις: αιώνιος, παντοτινός, ενδελεχής, διαχρονικό, διαχρονική, διαχρονικές, άχρονη, άχρονο